του Παναγιώτη
Διαμάντη, φοιτητοῦ γεωπονίας.
Ο σύγχρονος ἄνθρωπος καί ἰδιαίτερα ὁ νέος κοπιάζει, πασχίζει και ἀδημονεί, σε ἒνα ἀτέρμονο κυνηγητό, νά ἀποκτήσει την πολυπόθητη εὐτυχία. Οἱ πρῶτες λέξεις ποῦ ἀκούει ἀπό τά οἰκογενειακά του πρόσωπα με την ἔναρξη του σχολικοῦ τού βίου εἶναι νά μάθει γράμματα, ὢστε νά ἀξιωθεί μίας καλύτερης τύχης, ἑνός εὐκολότερου υλικού βίου. Γιατί, πλέον η υλική εὐημερία και μόνον συνιστά και υπόσχεται τη ἀπόλυτη εὐτυχία.
Ο σύγχρονος ἄνθρωπος καί ἰδιαίτερα ὁ νέος κοπιάζει, πασχίζει και ἀδημονεί, σε ἒνα ἀτέρμονο κυνηγητό, νά ἀποκτήσει την πολυπόθητη εὐτυχία. Οἱ πρῶτες λέξεις ποῦ ἀκούει ἀπό τά οἰκογενειακά του πρόσωπα με την ἔναρξη του σχολικοῦ τού βίου εἶναι νά μάθει γράμματα, ὢστε νά ἀξιωθεί μίας καλύτερης τύχης, ἑνός εὐκολότερου υλικού βίου. Γιατί, πλέον η υλική εὐημερία και μόνον συνιστά και υπόσχεται τη ἀπόλυτη εὐτυχία.
Ἔτσι, ἀρχίζει
το μακρύ, ἴσως ἀέναο, ταξίδι τῆς μόρφωσης. Ἀμέτρητες ὧρες σκυμμένος πάνω ἀπό βιβλία στά σχολικά καί φροντιστηριακά ἕδρανα,
ὧρες που βρίθουν ἀγωνίας, ἄγχους, πίεσης καί κόπου. Άκουλουθεί τό πτυχίο, τό
μεταπτυχιακό καί τέλος ἤ πρόσληψη ή ἠ ἀνεργία.
Ἀλλως πώς, η ἐυτυχία ή ἠ καταστροφή. Ἠ Ἑλλάδα
ἔρχεται πρώτη σε ποσοστό φοιτητῶν ἀναλογικά του πληθυσμοῦ της σε ὁλόκληρη την Εὐρώπη.
Ἔτσι,70.000 νέοι κάθε χρόνο λαμβάνουν το πτυχίο ἀνά χείρας καί ξεκινοῦν τή
σταδιοδρομία τους. Εἶναι, συνεπῶς, λογικό ὅλοι αὐτοὶ οἱ νέοι νά ἀναζητήσουν μία
ἐργασία παρεμφερής στό ἀντικείμενο σπουδῶν τους καί κατά προτίμηση στόν
τριτογενῆ τομέα, ὁπού οἱ συνθῆκες ἐργασίας εἶναι περισσότερο ποιοτικές καί οἱ ἀπολαβές,
συγκριτικά με τούς δύο κατώτερους τομεῖς, πιότερο προσοδοφόρες.
Διοχετεύοντας
το ἐκπαιδευτικό σύστημα, ἀλλά καί τα κοινωνικά δεδομένα τους νέους πρός τον
τριτογενῆ τομέα, ἀκολούθησε ὁ κορεσμός αὐτοῦ καί συγχρόνως ἡ ἔλλειψη δυναμικοῦ
στόν πρωτογενῆ και τον δευτερογενῆ. Ο κίνδυνος, λοιπόν, της ἀπαξίωσης του
πρωτογενοῦς τομέα, που ἀποτελεί την βάση της οἰκονομικής πυραμίδας ἐπέφερε μία
σειρά ἒτερων κοινωνικῶν και ατομικών ἀτασθαλιῶν, ἀφοῦ ἑνός κακοῦ μύρια ἕπονται.
Το ὁλοένα
διογκόμενο φαινόμενο της ἀστυφιλίας καί της ἐρημώσεως των χωριῶν καί των μικρῶν
πόλεων (ἀφοῦ το σύνολο τους τριτογενοῦς τομέα ἑδρεύει στίς μεγαλουπόλεις), ἄφησε
τα χωριά καί τις ἀγροτικές καί κτηνοτροφικές μικροεπιχειρίσεις νά βαλτόσουν καί
ἐν συνεχεία, να ἀποκτήσουν μία φθίνουσα καμπή. Σε συνδυασμό με την ἔλλειψη ἐπιδοτήσεων
καί κάθε ἄλλης οἰκονομικής στήριξης ἐκ του κράτους, κατέληξε το 94 τοῖς ἑκατό
των γεωργικῶν ἐκμεταλλεύσεων, νά καλλιεργεῖται ἀπό ἀνθρώπους ἄνω των 35 ἐτῶν.
Δυστυχῶς, ἐπικράτησε
ἀνάμεσα στούς πτυχιούχους νέους ἡ νοοτροπία πως δέν συνάδη ὀ μορφωμένος και
γραμματιζόμενος ἄνθρωπος νά ἀπασχολεῖται με χειρωνακτικές ἐργασίες. Προτίμησαν ἔτσι
την ἀνεργία, ἀπό την ἐνασχόληση με τις γεωργικές καί κτηνοτροφικές ἐργασίες.
Πόσο, λογικός καί ὐγιής, ὡστόσο, εἶναι τοῦτος ὁ ἀφορισμός;
Ἀκόμη
προπτοτικά, ὁ Θεός λαμβάνει τον Ἀδάμ καί τον θέτει ἐργάτη καί φύλακα του
παραδείσου ''ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ
φυλάσσειν'' (Γεν. 2,15). Ἀλλά καί κατά την ἐκδίωξη των πρωτοπλάστων ἀπό τον
παράδεισο, ὁ Θεός ἐντέλλεται ''ἐν ἱδρῶτι τοῦ προσώπου σου φαγῇ τὸν ἄρτον σου''
(Γεν. 3,19). Ἀρχίζει ἔτσι ἡ πορεία του ἀνθρώπου
στή γεωργία, ὀπου με κόπο καί μόχθο παράγει καθημερινά την τροφή του. Ὡστόσο, ἠ
σκληρή καί ἐπίπονη ἐργασία κάτω ἀπό το λιοπύρι καί τις δύσκολες συνθῆκες φέρνει
την ἀντίδραση πολλῶν ραθύμων, γι' αὐτό ἔρχεται ὁ σοφός Σειράχ νά τονίσει ''μὴ
μισήσῃς ἐπίπονον ἐργασίαν καὶ γεωργίαν ὑπὸ ῾Υψίστου ἐκτισμένην'' (Σοφία Σειράχ
7,15). Πνευματικός ἀλλά συνάμα καί ὑλικός ο ἄνθρωπος, ἔτσι ὁ Θεός μεριμνᾶ καί
φροντίζει ὄχι μόνο γιά την ψυχή, ἀλλά καί το χωμάτινο σῶμα, δίνοντας
κατευθύνσεις, ἀκόμη καί γιά ὅσα οἰ ἂνθρωποι θεωρούν εὐτελῆ καί δευτερεύοντα. Ὑπόσχεται,
δέ, στο βιβλίο των ''Παροιμιῶν '' ''ὁ ἐργαζόμενος την εαυτού γήν, πλησθήσεται
άρτων, ο δε διώκων σχολήν (αργία, τεμπελιά), πλησθήσεται πενίας''.
Προκαλεῖ, ἀκόμη,
αἰσθήση ἡ διαφορά ἀντιλήψεων των νεοελλήνων καί των ἀρχαίων Ἑλλήνων στό θέμα αὐτό.
Ὅσο ντροπιαστική θεωροῦν οἱ σημερινοί νέοι την γεωργία, τόσο ἀξιοθαύμαστη την
θεωρεῖ ὁ Ξενοφῶν, ὁ ὀποίος ὄντας στήν ἐξορία καί ἀσχολούμενος με γεωργικές ἐργασίες,
συνέγραψε το ἕως σήμερα διαφωτιστικό πόνημα ''Οἰκονομικά'', στό ὁποῖο ἐπαινεί
την γεωργία ἀναφέροντας ''ανδρί καλώ τε καγαθώ ἐργασίαν εἶναι καί ἐπιστήμην
κρατίστην γεωργίαν'' (Οἰκονομικά, 27,8). Ο ἴδιος κάνει λόγο για πνευματική
καλλιέργεια του ἀνθρώπου μέσω της γεωργίας ''πολίτας ἀρίστους και εὐνουστάτους
παρέχεσθαι δοκεῖ το κοινῶ'' (Οἰκονομικά 25,10).
Ο νέος που
μιμούμενος τον προπάτορα Ἀδάμ, ἀλλά καί ὅλους τους προγόνους του, ἱδρώσει καί κοπιάσει, ὥστε νά παράξει τον ἐπιούσιο
ἄρτο του, θά εἶναι σε θέση νά ἐκτιμήσει την ἀξία της τροφῆς, ἀλλά καί των
χρημάτων. Θά ἀποφύγει, ἔτσι, τα περιττά καί ἀνούσια ἔξοδα. Θά ἔχει την εὐκαιρία
νά φάει το πιό γλυκό ψωμί, σάν τον βασιλιά του ὁμώνυμου λαϊκοῦ παραμύθιου. Θά ἀσκηθεῖ
στήν ὑπομονή καί θά καταλάβει πως παρ' ὅτι
τα χρήματα φτιάχνονται ἀπό φυτικό ὑλικό, δέν φυτρώνουν στά δέντρα!
Κατά τον ἅγιο
των ἡμερῶν μας, τον γερό-ΠαΪσιο, πολλές ἀπό τις ψυχασθένειες που ταλανίζουν τον
σύγχρονο ἄνθρωπο, ὀφείλονται στόν συνεχῆ ἐγκλεισμό μέσα στά τσιμέντα καί τις πόλεις. Ο ἄνθρωπος
που ἐργάζεται στή φύση, ἀπολαμβάνει το κάθε δευτερόλεπτο την ὀμορφιά που
ξανοίγεται ὁλόγυρά του, γίνεται κομμάτι της
καί γαληνεύει ἡ ψυχή του. Ἐργάζεται σε συνθῆκες που ἡσυχάζει ὁ νοῦς καί
δύναται εὐκολότερα καί ἐπιτυχέστερα νά ἐπιδοθεῖ
στή προσευχή καί την περισυλλογή. Ὲνα, δέ, από τα δυνατότερα συναισθήματα που
βιώνει ὅποιος ἀσχολεῖται με την καλλιέργεια, ἔστω στόν κῆπο του, εἶναι ἡ ἀνάπτυξη
μπροστά στά μάτια του, ἡ ὡρίμανση καί τελικά ἡ ἀπολαβὴ γλυκῶν καρπῶν, ἀπό ἕνα
σπόρο ἤ ἕνα φυτάριο που φύτεψε πρό μηνῶν καί το πότισε με τον ἱδρῶτα καί την ἀγάπη
του.
Ο μακαριστός Ἀθανάσιος
Μυτιληναίος ἔλεγε συχνά ''εἶναι θαυμάσιο ὁ νέος νά μάθει γράμματα, νά σπουδάσει
καί νά ἐπιστρέψει στούς προγονικούς ἀγρούς''. Ὄντως, ἡ αὐτονομία, ἠ αυτοτέλεια
καί ᾖ αὐτάρκεια που προσφέρει η γεωργία εἶναι θαυμάσια καί πλέον ἀναγκαία,
γιατί οἱ μέρες που προφήτεψαν οἱ πατέρες εἶναι κοντά καὶ ἡ γνώση της γεωργίας
θά ἀποβεῖ σωτήρια στὶς ἡμέρες του λιμού.
Τέλος, ὁ
λέοντας της Ὀρθοδοξίας με τον χειμαρρώδη λόγο, ὁ μακαριστός Αὐγουστῖνος
Καντιώτης ὀνόμαζε τους γεωργούς ''ἥρωες'' καὶ συνεχιστές της παραδόσεως καὶ
τους τιμοῦσε ὡς ἐπισήμους, ἐνῶ καί ο Χριστός ἀπέδωσε την ἰδιότητα του γεωργοῦ
στόν Θεό Πατέρα '' Ἐγώ εἰμι ἡ ἄμπελος ἡ ἀληθινή, καὶ ὁ πατήρ μου ὁ γεωργός ἐστι''
(Κατά Ἰω. 15,1). Εἴθε, λοιπόν, οἱ Ρωμ-νιοί νά κατανοήσουν την ἀξία της
θεάρεστης ταύτης ἐργασίας καί νά ἀπαγκιστρωθοῦν ἀπό τα συμπλέγματα ὑποτίμησης
καί ἀδιαφορίας πρός αὐτήν!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου